Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Υπάρχει εναλλακτική πολιτική πρόταση σήμερα για την αντιμετώπιση του ελλείμματος και του χρέους της χώρας;

του Κώστα Χαϊνά

 Πέρασαν τρία περίπου χρόνια από το 2009 που η χώρα μας εισήλθε στη στενωπό της κρίσης. Στο τέλος του 2009 μας έλειπαν περίπου 25 δισ. ευρώ από τα ταμεία μας για να καλύψουμε τις ανάγκες μας. Το έλλειμμα βέβαια αυτό μπορεί να ήταν από τα μεγαλύτερα της τελευταίας δεκαετίας, αλλά γενικά δεν ήταν άγνωστο σε όσους παρακολουθούσαν τα δημοσιονομικά της χώρας, παρ’ όλες τις προσπάθειες αλλοίωσης των στοιχείων που επιδίδονταν οι κρατούντες για να κοροϊδεύουν τους «κουτόφραγγους».  Απλά μέχρι τότε το χρήμα στις αγορές έρεε άφθονο και ο διεθνής δανεισμός της χώρας ήταν σχετικά φτηνός. Όμως μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2007 οι αγορές «μαζεύτηκαν» και ο δανεισμός έγινε ακριβός για τη χώρα μας και με τα δημοσιονομικά δεδομένα του 2009, απαγορευτικός. Και δεν είναι τυχαίο ότι η κρίση δεν επηρέασε το ίδιο όλες τις χώρες. Η χώρα μας όπως και μια σειρά άλλοι αδύνατοι κρίκοι του συστήματος, κτυπήθηκαν περισσότερο. Ένα επιχείρημα που άκουσα είναι ότι δεν φταίει η χώρα μας για την κρίση, αφού είναι παγκόσμια και χτύπησε την πόρτα και άλλων χωρών. Ναι, ασφαλώς η κρίση έχει την παγκόσμια και ευρωπαϊκή της διάσταση, για τις οποίες δεν μπορούμε να είμαστε αδιάφοροι. Πρέπει να είμαστε παρόντες και να συμμετέχουμε στις άμεσες μελλοντικές ευρωπαϊκές διαδικασίες που θα διαμορφώσουν τους όρους αντιμετώπισης της κρίσης και του δημόσιου χρέους της κάθε χώρας, υπέρ των λαών και των κοινωνιών. Γι αυτό είναι στρατηγικής σημασίας η συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη στην προοπτική μιας δημοκρατικής ολοκλήρωσης και ομοσπονδοποίησης της. Γιατί μόνη της η χώρα μας, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει προκλήσεις με παγκόσμια διάσταση. Αυτή είναι η μια πλευρά. Η άλλη πλευρά όμως, που αποκρύπτουν τεχνηέντως κάποιοι, είναι οι ενδογενείς αιτίες που συνδέονται με την κρίση στην κάθε χώρα ξεχωριστά. Δηλαδή το πως εκδηλώνεται σε κάθε χώρα η κρίση, έχει να κάνει με το επίπεδο της οικονομίας της κάθε χώρας, με τις ασφαλιστικές δικλείδες που διαθέτει για την αντιμετώπιση έκτακτων καταστάσεων και με άλλα σημαντικά γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν μια σύγχρονη ευρωπαϊκή οικονομία και κοινωνία. Και στον τομέα αυτό η χώρα μας ήταν τελείως απροετοίμαστη. Οι πολιτικές που είχαν ασκήσει για τριάντα οκτώ χρόνια το πολιτικό σύστημα του χτεσινού δικομματισμού, είχε δημιουργήσει μια τεράστια γραφειοκρατική κρατικοδίαιτη οικονομία, με υποβαθμισμένες και καταρρέουσες παραγωγικές δομές και με ένα πελατειακό κομματοκρατούμενο δημόσιο τομέα. Αντικειμενικά λοιπόν μια χώρα με αυτά ως δεδομένα ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσει με ιδία μέσα τις προκλήσεις που δημιούργησε η κρίση. (Το ενδεχόμενο να τα  καταφέρουμε μόνοι μας, εάν ετίθετο ένα τέτοιο ερώτημα μέσω ενός δημοψηφίσματος το 2010, δεν εξετάσθηκε. Προσωπικά θα προτιμούσα, εάν η κοινωνία ήθελε και το πολιτικό σύστημα μπορούσε, να επιλέξουμε εμείς οι ίδιοι τις οδυνηρές περικοπές που απαιτούνται για την αντιμετώπιση του ελλείμματος, δεσμευόμενοι με ένα δικό μας μνημόνιο, χωρίς να χρειαστεί να απευθυνθούμε στους ευρωπαίους εταίρους μας). Έτσι η χώρα για να μπορέσει να διασφαλίσει την χρηματοδότηση των ελλειμμάτων της, απευθύνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΔΝΤ. Έτσι υπογράφεται το 1ο μνημόνιο και στην συνέχεια το 2ο και πριν λίγες μέρες το 3ο μνημόνιο. Υπάρχουν κάποια ερωτήματα εάν τότε, το 2010 δηλαδή, υπήρχε εναλλακτική λύση απέναντι στο μνημόνιο. Ίσως υπήρχαν κάποια περιθώρια κάποιων διαφοροποιήσεων, αλλά έχω τη γνώμη ότι, αφού η γενική πολιτική επιλογή ήταν η αντιμετώπιση του προβλήματος μας εντός ευρωζώνης, δεν υπήρχαν πολλά περιθώρια διαφοροποίησης. Αλλά για να μην παριστάνουμε τους εκ των υστέρων προφήτες, ας αφήσουμε την ιστορία να αποδείξει αν ήταν μονόδρομος, η επιλογή που προκρίθηκε το 2010 ή υπήρχαν καλύτερες εναλλακτικές λύσεις για τη χώρα μας, χωρίς να διακινδυνεύσουμε τη συμμετοχή μας στην ευρωζώνη. Γιατί ασφαλώς υπήρχε εναλλακτική στρατηγική τότε, όπως υπάρχει και σήμερα, δηλαδή η έξοδος από το ευρώ, η κυκλοφορία δικού μας νομίσματος και η διαχείριση του ελλείμματος και του χρέους με δική μας καθαρά ευθύνη. Το θέμα όμως είναι, ότι αυτή την εναλλακτική πολιτική στρατηγική την υποστήριζε και την υποστηρίζει σήμερα, μόνο ένα πολύ μικρό τμήμα του πολιτικού συστήματος και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2012 την απέρριψε η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Άρα η συντριπτική πλειοψηφία του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας θέλει λύση για το θέμα του χρέους και τους ελλείμματος εντός της ευρωζώνης. Ίσως καταλαβαίνει, ότι κάθε άλλη επιλογή εκτός ευρωζώνης, δεν θα αποτελεί απλά μια επώδυνη επιλογή, όπως η σημερινή που ακολουθεί η χώρα μας, αλλά η συνταγή μιας ολοκληρωτικής καταστροφής.

Όμως το πρόβλημα του χρέους δεν είναι το ίδιο με το πρόβλημα του ελλείμματος. Κάποιοι τα συγχέουν σκόπιμα για να δημιουργούν εντυπώσεις. Ή δεν μιλάνε καθόλου για το έλλειμμα. Το χρέος είναι ένα πρόβλημα που αφορά ασφαλώς τη χώρα μας, αφορά όμως και τις άλλες χώρες της ευρωζώνης και του κόσμου ολόκληρου, αλλά είναι ένα πρόβλημα που μπορούμε να συνυπάρχουμε μαζί του μακροπρόθεσμα αρκεί να είναι βιώσιμο. Τώρα τι σημαίνει βιώσιμο, είναι ένα άλλο θέμα. Γιατί υπάρχουν χώρες που έχουν μεγαλύτερο χρέος από το δικό μας και όμως μια χαρά δανείζονται από τις αγορές, γιατί οι οικονομίες τους έχουν στοιχεία πολύ καλύτερα από τα δικά μας. Το έλλειμμα όμως, είναι ένα πρόβλημα που το ύψος του έχει μεγάλη σημασία και δεν μπορεί να αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό κάθε ετήσιου προϋπολογισμού του Κράτους. Δεν είναι δυνατόν δηλαδή να δανειζόμαστε κάθε χρόνο για να καλύψουμε βασικές μας ανάγκες, όπως μισθούς και συντάξεις. Ένα σοβαρό Κράτος πρέπει να φροντίζει να καλύπτει τις δαπάνες του με τα έσοδα του, χωρίς δανεισμό και με το πλεόνασμα να εξοφλεί το χρέος του. Και αν δανειστούμε θα το κάνουμε όταν θέλουμε να χρηματοδοτήσουμε ένα μεγάλο επενδυτικό έργο που θα μας αποδώσει μακροπρόθεσμα. Αυτό δεν κάνουμε στο σπίτι μας, εάν δεν θέλουμε να έχουμε μπλέξιμο με τις Τράπεζες; Αν κάθε μήνα μπαίνουμε μέσα θα αναγκαζόμαστε κάθε τόσο να δανειζόμαστε με αποτέλεσμα κάποια μέρα η Τράπεζα να αρνηθεί να μας δανείσει, οπότε δεν θα έχουμε για να καλύψουμε τις βασικές μας ανάγκες. Αυτό είναι το πρόβλημα και με τη χώρα μας. Τα έσοδά μας δεν φτάνουν να πληρώσουμε πρωτογενείς μας ανάγκες, δηλαδή μισθούς, συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα. Οπότε για να τις καλύψουμε εφόσον τα έσοδά μας είναι δεδομένα, είτε θα δανειστούμε είτε θα τις περιορίσουμε. Ασφαλώς μακροπρόθεσμα μπορούμε να δούμε να αυξήσουμε τα έσοδα. Να πατάξουμε τη φοροδιαφυγή, να φορολογήσουμε το μαύρο χρήμα, να μην επιτρέπουμε να χάνονται λίστες Λαγκάρντ, να ολοκληρώσουμε την ηλεκτρονική συνταγογράφηση και τις ηλεκτρονικές προμήθειες του Κράτους, να καταργήσουμε προκλητικά προνόμια, όπως των καλόπαιδων υπαλλήλων της Βουλής, τη βιτρίνα του πελατειακού κομματικού μας συστήματος, να φτιάξουμε επιτέλους περιουσιολόγιο και να φορολογούνται δίκαια όλοι και άλλα πολλά που περιγράφονται στο τρέχον μνημόνιο, αλλά δυστυχώς κάποιοι σφόδρα αντιμνημονιακοί τα αρνούνται συμπαρατασσόμενοι με τις αντιστεκόμενες συντεχνίες που δεν θέλουν να χάσουν τα προνόμιά τους. Και ένας λόγος που κάποια μέτρα από τα πρόσφατα ψηφισθέντα, είναι επώδυνα και άδικα για κάποια κοινωνικά στρώματα που δοκιμάζονται σήμερα, είναι γιατί το πολιτικό σύστημα μέχρι σήμερα δεν προχώρησε στις περικοπές άδικων προνομίων σε κάποιες κρατικοδίαιτες συντεχνίες και στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις τρία χρόνια τώρα και προτιμά τις εύκολες λύσεις, δηλαδή τις οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων.

Με το δεδομένο αυτό ας δούμε λοιπόν τι επιλογές έχουμε εντός της ευρωζώνης. Είχαμε επιλογή να αρνηθούμε την υπογραφή του τελευταίου μνημονίου ; Μάλλον όχι εφόσον επιλέξαμε να αντιμετωπίσουμε τη δημοσιονομική προσαρμογή της χώρας εντός της ευρωζώνης. Ας δούμε όμως πρώτα όμως τι είναι ένα μνημόνιο. Είναι ένα κείμενο που συνοδεύει τη δανειακή σύμβαση που περιγράφει τα μέτρα που συμφωνούνται ανάμεσα στα δύο μέρη μετά από διαπραγματεύσεις. Δηλαδή ουσιαστικά είναι οι όροι της δανειακής σύμβασης. Κάποιοι βάζουν τα λεφτά τους και κάποιοι άλλοι τα παίρνουν και υπογράφουν μια σύμβαση με κάποιους όρους που συμφωνούνται από κοινού. Αυτό είναι το μνημόνιο. Άρα δεν υπάρχει περίπτωση να δανειστούμε χρήματα χωρίς να υπογράψουμε δανειακή σύμβαση, δηλαδή μνημόνιο. Κανένας δεν πετάει τα λεφτά του στον αέρα. Κάποιοι, όταν λένε ότι θα καταργήσουν τα μνημόνια, μάλλον εννοούν ότι θα καταργήσουν το υπογεγραμμένο μνημόνιο από τη σημερινή Κυβέρνηση και θα υπογράψουν κάποιο άλλο, που κατά τη γνώμη τους θα είναι καλύτερο για τη χώρα. Και αν είναι προδοτική –όπως λένε κάποιοι αριστεροί- η υπογραφή του νέου μνημονίου από την Κυβέρνηση, στην Κύπρο που η αριστερή Κυβέρνηση ετοιμάζεται να υπογράψει το δικό της μνημόνιο, είναι και αυτή προδοτική;  Δεν μπορώ να σκεφτώ τι περισσότερο θα μπορούσαν να διεκδικήσουν που δεν το διεκδίκησε η παρούσα Κυβέρνηση. Ας πούμε ότι είχαμε τη δυνατότητα να διεκδικήσουμε περισσότερα. Αναρωτιέμαι λοιπόν γιατί δεν μπήκαν και αυτοί στην Κυβέρνηση Εθνικής Ευθύνης, αφού πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην εθνική προσπάθεια ; Γιατί προτίμησαν να μείνουν στα κεραμίδια και απλά να καταγγέλλουν τη μνημονιακή Κυβέρνηση; Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι ακολουθούν τη γνωστή συνταγή, δηλαδή αφήνουν τους άλλους να βγάλουν «το φίδι από την τρύπα», εκτιμώντας ότι έτσι θα κερδίσουν από τη δυσαρέσκεια των πολιτών για τα μέτρα. Όμως πρέπει να ξέρουν ότι οι πολίτες μπορεί στη συγκυρία να δυσανασχετούν με τα μέτρα, αλλά μακροπρόθεσμα κρίνουν και αξιολογούν τις πολιτικές δυνάμεις όχι για τις εύκολες επιλογές, αλλά κυρίως για τις δύσκολες. Και τα δύσκολα είναι σήμερα. Και κάποιοι είναι απόντες. Και αυτό θα κριθεί.

Τα επώδυνα μέτρα που περιγράφονται στο νέο μνημόνιο αφορούν την αντιμετώπιση του δικού μας ελλείμματος. Όχι της Γερμανίας ούτε της Γαλλίας. Και ήταν προτάσεις για την αντιμετώπιση του ελλείμματος. Δηλαδή για να σταματήσουμε να δανειζόμαστε. Δεν άκουσα όμως εναλλακτικές προτάσεις, από τις δυνάμεις αυτές που καταγγέλλουν το μνημόνιο. Δεν άκουσα καμιά πρόταση από όλους αυτούς που μίλησαν για αποικίες, για προτεκτοράτο, για τοκογλύφους και άλλα ηχηρά, για την αντιμετώπιση του ελλείμματος της χώρας. Όποιος παρακολούθησε τις ομιλίες στη Βουλή, όλων των αντιμνημονιακών δυνάμεων, θα παρατήρησε ότι εκτός από τις γενικόλογες αναφορές στο χρέος, δεν υπήρχε καμιά ουσιαστική αναφορά για το έλλειμμα. Το κύριο επιχείρημα των λεγόμενων αντιμνημονιακών, είναι ότι τα μέτρα επιδεινώνουν την ύφεση και αυξάνουν το χρέος. Και τι προτείνουν ; Την διαγραφή αν όχι του συνόλου του χρέους, του μεγαλύτερου μέρους του. Ακούστηκε επίσης η ανάγκη ενός σχεδίου Μάρσαλ για την Ελλάδα. Και μάλιστα επικαλούνται το ΔΝΤ και άλλους αναλυτές που προτείνουν το «κούρεμα» του χρέους της χώρας. Αυτό όμως που δεν θέλουν να καταλάβουν είναι ότι, τα μέτρα περικοπών δεν αντιμετωπίζουν το χρέος, αλλά το έλλειμμα. Γιατί εάν δεν αντιμετωπίσουμε το έλλειμμα και να μας χαρίσουν όλο το χρέος σε λίγα χρόνια, εάν δεν πάρουμε αυτές τις αλλαγές θα βρεθούμε στο ίδιο σημείο και κανένα σχέδιο Μάρσαλ δεν μας σώζει. Το χρέος είναι άλλης τάξης πρόβλημα και αντιμετωπίζεται όχι με μεγάλα λόγια, αλλά με συγκεκριμένες πολιτικές. Και εξηγούμαι. Το χρέος της χώρας δημιουργήθηκε από τον αλόγιστο δανεισμό των προηγούμενων δικών μας Κυβερνήσεων. Δεν μας υποχρέωσε η Μέρκελ για να πάρουμε δάνεια. Οι δανειστές μας, εκτός από τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, είναι ευρωπαϊκά ασφαλιστικά ταμεία και στο μεγαλύτερο μέρος μετά το γνωστό μας PSI, είναι Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Πως ακούγονται στα αυτιά των ευρωπαίων πολιτών που οι Κυβερνήσεις τους μας δάνεισαν πριν λίγους μήνες και ετοιμάζονται να μας ξαναδανείσουν, τις φωνές μας περί «κουρέματος» του χρέους, δηλαδή να τους επιστρέψουμε πολύ λιγότερα χρήματα από αυτά που μας δάνεισαν ; Τι άραγε να λένε οι Γερμανοί, οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Ισπανοί και πολύ περισσότερο, οι πολίτες φτωχότερων χωρών της Ευρώπης που μας δάνεισαν, όπως οι Εσθονοί, οι Σλοβάκοι και άλλοι, όταν ακούνε ότι δεν θέλουμε να τους επιστρέψουμε αυτά που μας δάνεισαν ; Και ποιοι είμαστε εμείς που απαιτούμε μονομερώς το κούρεμα αυτών που μας δάνεισαν άλλοι λαοί ; Περισσότερο ως φωνές μπαταχτσήδων ακούγονται αυτές οι φωνές στα αυτιά των άλλων λαών που μας δάνεισαν. Το θέμα του «κουρέματος» του χρέους είναι σοβαρό θέμα και δεν αντιμετωπίζεται με λαϊκισμούς τέτοιου τύπου. Αντιμετωπίζεται στα πλαίσια και σε συνεργασία με τους εταίρους μας. Με πνεύμα αλληλεγγύης και συνεργασίας. Με ουσιαστική συμβολή στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Όχι ως μεμονωμένη απαίτηση μας που οι εταίροι μας είναι υποχρεωμένοι να υλοποιήσουν. Άρα λοιπόν το να λες ότι το χρέος μας πρέπει να «κουρευτεί», δεν αποτελεί εναλλακτική πολιτική στρατηγική για την αντιμετώπιση του ελλείμματος. Είναι μια επιλογή που δεν χρειάζεται να την ξεφωνίζεις για να καλύψεις την δική σου έλλειψη εναλλακτικής πολιτικής, παριστάνοντας ότι κάνεις προτάσεις, αλλά την κερδίζεις στην πράξη μέσα από την ειλικρινή συνεργασία με τους εταίρους και συμμάχους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου